Παρασκευή 13 Αυγούστου 2010

Bye Bye Souvlaki, Bye Bye Happiness.

Είμαι και ευρηματικός ο άτιμος. Σε Αεροπλάνο έγραψα, σε αεροδρόμιο έγραψα, σε τρένο έγραψα, τώρα και σε βανάκι!

Μόλις έφτασα Αμερική, πέρασα από 40 κύματα μέχρι να συνεννοηθώ να με παραλάβει το βαν να με πάει σπίτι τον έρημο, και τώρα με πάρκαρε ο οδηγός να πάει να παραλάβει άλλους τρεις. Ευτυχώς άφησε το κλιματιστικό και δεν θα γίνω στο βαν με πατάτες.

Αυτό ήταν που λέτε, πάει η Ελλάδα. Έφαγα, έφαγα, έφαγα, έσκασα. 7 η ώρα το πρωί ήταν η πτήση, μέχρι και τη μία το βράδυ έτρωγα σουβλάκια. Μα πως να αντισταθείς. Έφαγα και φέτα από την καλή τη Δωδώνη... ΓΑΜΩ ΤΟ ΣΤΑΝΙΟΟΟΟΟΟΟ ΜΟΥ!!!!!!! ΤΟ ΖΩΟ ΤΟ ΟΡΘΙΟΟΟΟ!!!! ΝΑΑΑΑΑΑΑΑ! ΠΑΡΤΑ ΜΑΛΑΚΑ!!! Ξέχασα να πάρω φέτα από το αεροδρόμιο. Άντε τώρα να τρως το ξινισμένο κατσικίσιο τυρί για φέτα, βλάκα. Συγχίστηκα.

Πήρα όμως άλλα πράγματα. Γλυκό βερίκοκο, μαρμελάδα σπιτικιά, ροδίτικες λαδόπιτες για σουβλάκι, μιξ για τζατζίκι, μαγιές, αλεύρι, ψωμί χωριάτικο του ξυλόφουρνου, μπαχαρικά κλπ.

Θα σας ετοιμάσω ποστ με τα φαγητά που έφαγα και θα μου λείψουν.

Τώρα δεν έχω να πω πολλά, απλά έφτασα. Αν έπεσαν αστραπές βροντές και λοιπά, εγώ φταίω θρηνεί ο τόπος που με χάνει.

Έσκασα, το κλιματιστικό δεν την παλεύει άμα δεν δουλεύει ο κινητήρας στο φουλ αρχίδια δροσερό αέρα βγάζει.

Άντε, καλώς όρισα.

Τετάρτη 4 Αυγούστου 2010

Η έξοδος έχει αλλάξει.

Άμα σας λέγω ότι είμαι και μεγάλος συγγραφέας, δε με πιστεύετε. Μιλάμε παρουσιάζω συμπτώματα συνδρόμου Ρόουλινγκ! Κάθομαι και γράφω σε εστιατόριο-καφετέριες.! Η προηγούμενη ανάρτηση δημιουργήθηκε (εν μέρει) στην καφετέρια του αεροδρομίου JFK ενώ η τωρινή, αυτή που μπαίνετε στον κόπο να διαβάσετε, δημιουργείται τώρα που σας μιλάω ζωντανά, στην καφετέρια των Μακντόναλντς στον αερολιμένα Ελ. Βελ. Αμέ. Τα εσπρεσάκια και το αναγνωστικό κοινό μας χωρίζουν από τη Τζο.


Η κοπελιά στο μεγάφωνο έχει φάει τον πισινό της να ανακατεύει τις εξόδος. Αγαπητοί μαλάκες σας ενημερώνουμε ότι η έξοδος της πτήσης 666 για Catocosm έχει αλλάξει. Νέα έξοδος η Γ3. Μας έχει ανακατέψει το σύμπαν μιλάμε. 

Σήμερα τελειώνει το πρώτο κομμάτι της διαμονής μου στην πατρίδα, και ξεκινάει το τρίτο. Το δεύτερο κομμάτι (το οποίο δεν επρόκειτο να διαδραματισθεί σε ελληνικό έδαφος αλλά σε ιταλικό) το πήδηξα γιατί είμαι ζώον.

Ο Αμερικλάνος φτάνει στην Ελλάδα. Αφού έφαγε φρίκη στο αεροπλάνο που όλοι μιλούσαν ελληνικά και μπορούσαν και να τον καταλάβουν σε περίπτωση μπινελικώματος, τρώει φρίκη και στο αεροδρόμιο. Μα να μην έχει αλλάξει καθόλου? Τόσα χρόνια το είχε φάει με το κουτάλι (καλά, μην πάτε να φανταστείτε τώρα καμιά κουτάλα απ’ αυτές που σερβίρουν τους άστεγους σούπα, για κουτάλι του γλυκού μιλάμε) και φέτος περίμενε να δει κάτι διαφορετικό να τον εντυπωσιάσει. Αλλά δεν. Πάει να πάρει βαλίτσα. Την πήρε σε χρόνο ντε τε. Μένει άφωνος. Πάει να περάσει τελωνείο. Δεν υπάρχει τέλωνας.

Πάει να πάρει τον προαστιακό. Λέει στην κοπελίτσα ένα για Πάτρα παρακαλώ και του λέει με μια απάθεια: Α σήμερα να πάτε Πάτρα, δύσκολο. Τι λες μωρή που ήρθα από το ματσατσούτσετς φορτωμένος σαν το γαϊδούρι για να μου πεις ότι δεν πάω Πάτρα. Λέει από μέσα του. Ορίστε? Λέει απ’ όξω του. Τελικά μια χαρά πήγε, πήγε μέχρι το Κιάτο και τον παραλάβανε με αυτοκίνητο.

Η όλη διαδικασία πήρε πολύ (πολύ όμως) λιγότερο απ’ όσο περίμενε και έχει μείνει άφωνος. Είναι πολύ ευχαριστημένος. Στη στάση του τρένου όμως είναι ένας μαλάκας που μιλάει στο τηλέφωνο και βρίζει την Ελλάδα. Δεν έλεγε και κάτι μη αληθές (για να πούμε και του στραβού το δίκιο) αλλά εκείνη την ώρα τα πήρε ο Αμερικλάνος (από μέσα του πάντα). Τι λες ρε, που θα πιάσεις εσύ παλιο λιμοκοντόρε την χώρα που ανακάλυψε τη φέτα και το σουβλάκι στο στόμα σου.! Λέει από μέσα του. Απ’ όξω του δεν προλαβαίνει να πει τίποτα διότι με το που σκέφτεται σουβλάκι, του έρχεται μυρωδιά. Με τη μία όμως. Και δώστου να αναρωτιέται αν προλαβαίνει να φτάσει Πάτρα να φάει καμια πίτα να σώσει την πνευματική του υγεία. Η μυρωδιά εν τω μεταξύ να γίνεται όλο και πιο δυνατή. Κοιτάει δεξιά, αριστερά, πάνω, κάτω. Πουθενά σουβλατζίδικο. Μετράει τα δάκτυλά του, τα βρίσκει πέντε. Αναρωτιέται αν όντως πέντε είναι ή αν τρελάθηκε και δεν θυμάται και τα βασικά. Είναι και άυπνος και τζετλαγκαρισμένος, μην το ξεχνάμε. Τελικά ήταν μια κότα από πίσω του με μια τσάντα τίγκα στο πιτόνι. Της το αρπάζεις ή δεν της το αρπάζεις τώρα, αναρωτιέται, που στο φέρνει κάτω από τη μύτη σου? Ούτε επίτηδες.

Στην Πάτρα, έφαγε ένα σωρό σουβλάκια και τον έπιασε η κοιλιά του. Όχι πολύ. Γενικά μετά από κάνα δυο μέρες πεθύμησε τα κινέζικα και τα μεξικάνικα. 

Ανωμαλία, ε?