Κυριακή 17 Δεκεμβρίου 2017

ΓήηηηΧαααα!!!

Χέλλου!

Καλέ ζει.

Ζει? Ζω? Ζώο? 

Μετά από δύο χρόνια με αξίωσε ο Θεός και πάτησα ντέμπλιγιου ντέμπλιγιου ντέμπλιγιου ντατ μπλάγκερ ντατ κάμ. Γιατί χάθηκες, Αμερικλάνε? Γιατί είμαι χαμένος. 

(Τι αηδία είναι αυτή του μπλόγκερ τώρα που πρέπει να πατάμε την μπάρα δις για να μπει το ερωτηματικό? Χρόνο για χάσιμο έχουμε?)

Λοιπόν εμπνεύστηκα να γράψω γιατί μετά από τέσσερα (4) (ΤΕΣΣΕΡΑ) χρόνια γύρισα Ελλάδα και ρέει και πάλι στις φλέβες μου τυρόπιτα και φρέντο! Και αφού έχω 3 ώρες αναμονή στον αερολιμένα Ελευθέριος Βενιζέλος λέω τι καλύτερος τρόπος να εγκαινιάσω τον επαναπατρισμό από το να αναστήσω τον Αμερικλάνο και να έρθω να μιλήσω στους τοίχους της μπλογκόσφαιρας γιατί δεν ξέρω καν ποιος έμεινε και ποιος έφυγε και ποιος χέστηκε. Σο.

Διδακτορικό το είπαμε τέλος, τσέκ.

Τρία ακόμα χρόνια στο δάσος, τσέκ.

Τέλος το δάσος, σε κανα δίμηνο μετακομίζω Τέξας, κατά πάσα πιθανότητα, τσέκ.

Φρέντο είπαμε ήπια, τσέκ.

Κάτι πήγα έκανα στη ΝΑΣΑ δεν  κατάλαβα ακριβώς τι, τσέκ.

Το είχα κάνει τάμα ότι δεν ξανααναρτώ αν δεν φύγω από το δάσος! Πάει το δάσος! Πάει το χιόνι! Πάνε οι σκίουροι! Πάνε όλα! Θα πάω να γίνω καουμπόης! Καουμπόης/καθηγητής/αμερικλάνος. Μετά σου λένε γεμάτα τα ψυχιατρεία! Ακόμα δεν το πιστεύω ότι σε μερικούς μήνες θα μαθαίνω σε κόσμο πως να φτιάχνουν φάρμακα.


Να θυμηθώ να γκουγκλάρω πώς φτιάχνονται τα φάρμακα.

Τέλος πάντων, δεν θέλω να σας πλήξω με λεπτομέρειες. Θα σας πω τι έπαθα πριν μερικές μέρες όταν γυρνούσα από τη Φλόριντα.

Ἐφυγα από το ξενοδοχείο άρον άρον (άλλη ιστορία αυτή), παίρνω κατά λάθος μαζί μου το πιστολάκι. Φτάνω στο αεροδρόμιο, αργά, αλλά λέω έεεελα μωρέ έχω έρθει εδώ 40 φορές ξέρω που να πάω! Χαχα! Σκατούλες!

Πάω στο λάθος τέρμιναλ (κτήριο?). Παίρνω τρένο, περνάω έλεγχο. Λάθος έξοδος. Τρέχω πίσω. Πάλι τρένο, πάλι έλεγχο, πάλι σε λάθος τέρμιναλ πήγα. Μου λέει ο σεκιουριτάς τρέχα προλαβαίνεις όχι του λέω δεν προλαβαίνω η πτήση φεύγει σε 15 λεπτά, τρέχα λέει μη βάλεις καν ζώνη.

Τρέχω, χωρίς ζώνη, πέφτει το παντελόνι, ΝΑ το θέαμα της κωλοχωρίστρας στο Ορλάντο. Φτάνω στον έλεγχο, με μπαγλαρώνουν οι σεκιουριτάδες, τι γίνεται κύριος γιατί τρέχεις έτσι? Δεν με πιστεύανε ότι πήγα σε λάθος έξοδο, δις, δεν γίνεται να είναι τόσο βλάκας, αφού είναι και πανέμορφος, άρα τρομοκράτης θα είναι. Βλέπουν στο σύστημα ότι όντως πήγα σε λάθος εξόδους, με διώχνουν. Γελούσανε κι' όλας αλλά εκεί που φτάσαμε δεν με πείραξε.

Φτάνω στην έξοδο, κλειστή η πόρτα, μα ΣΑΣ παρακαλώ ανοίξτε την δεν έχω που να πάω! Την ανοίγει η κοπέλα, ενώ με κοιτάει  με μίσος, μπαίνω στο αεροπλάνο, κάθομαι ανάμεσα σε δυο πολύ καθώς πρέπει κυρίες, έζεχνα ιδρωτίλα, λαχανιασμένος, να ψάχνω στην τσάντα τον φορτιστή, τις σκούντησα πέντε δέκα φορές, βγάζω το πιστολάκι, βρίσκω τον φορτιστή, και βάζω να δω νέτφλιξ λες και δεν τρέχει τίποτα.

Το πιστολάκι το ξέχασα στο αεροπλάνο.

Φτάνω στο Κονέκτικατ, από 25 βαθμούς στη Φλόριντα, μείον 5. Πάγωσα, αρρώστησα, και ήρθα στην Ελλάδα. Για τίποτα δεν είμαι.

ΥΓ: Αν το διαβάσει αυτό κανένας συνήθης ύποπτος, πείτε μου ρε παιδιά ποιος είναι πού να μάθω κανα νέο!

ΥΓ2: Άγευστο το νερό στην Ελλάδα ούτε λίγη μόλυνση να δώσει γεύση!